ἀλώπεκος

ἀλώπεκος
ἀλώπηξ
fox
masc/fem gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Ἀλώπεκος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλωπέκων — Ἀλώπεκος masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀλώπεκον — Ἀλώπεκος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Red fox — For other uses, see Red fox (disambiguation). Red fox Temporal range: Mid Pleistocene–Recent European red fox (V. v. crucigera) Conservation status …   Wikipedia

  • Ορθία — Προσωνυμία της θεάς Άρτεμης, με την οποία λατρευόταν σε πολλά μέρη της αρχαίας Ελλάδας και κυρίως στη Σπάρτη, όπου είχε ιδρυθεί από τους πανάρχαιους χρόνους ιερό της Ο. Άρτεμης. Στον ναό αυτό υπήρχε ξόανο της θεάς, που σύμφωνα με την παράδοση… …   Dictionary of Greek

  • αλωπός — ἀλωπός, ή, όν (Α) 1. ως επίθ. όμοιος με αλεπού, πανούργος 2. ως ουσ. η αλεπού. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀλώπηξ, συντετμημένος τ. αντί *ἀλωπεκός. ΠΑΡ. νεοελλ. αλεπός. ΣΥΝΘ. μσν. ἀλωπόχρους] …   Dictionary of Greek

  • δελφίν — (Αστρον.).Αστερισμός του βορείου ημισφαιρίου που είναι ορατός με μεγαλύτερη ευκολία τους μήνες Ιούνιο, Ιούλιο και Αύγουστο. Σύμφωνα με την παράδοση, ο αστερισμός αυτός συμβολίζει το δελφίνι που έσωσε τον περίφημο μουσικό του Περιάνδρου, Αρίωνα,… …   Dictionary of Greek

  • όρθια — Προσωνυμία της θεάς Άρτεμης, με την οποία λατρευόταν σε πολλά μέρη της αρχαίας Ελλάδας και κυρίως στη Σπάρτη, όπου είχε ιδρυθεί από τους πανάρχαιους χρόνους ιερό της Ο. Άρτεμης. Στον ναό αυτό υπήρχε ξόανο της θεάς, που σύμφωνα με την παράδοση… …   Dictionary of Greek

  • Λυγοδέσμα — Προσωνυμία της θεάς Άρτεμης στη Λακεδαίμονα. Σύμφωνα με την παράδοση, δύο Σπαρτιάτες του γένους των Αγιαδών, ο Αλώπεκος και ο Ασράβαδος, βρήκαν κρυμμένο σε μια λυγαριά το λατρευτικό ξόανο της Ορθίας ή Λ. Άρτεμης και τρελάθηκαν όταν το αντίκρισαν …   Dictionary of Greek

  • κἀλωπέκων — Ἀλωπέκων , Ἀλώπεκος masc gen pl ἀλωπέκων , ἀλώπηξ fox masc/fem gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”